Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Αναμνήσεις - Σιώπης Αναστάσιος

Γεννήθηκα 3 Νοεμβρίου 1932 στο Καρά Μπέη. Εκεί γεννήθηκα, εδώ σταυρώθηκα...(παντρεύτηκα)! Πατέρα μου ο Ιωάννης (Γιοβάννης) Σιώπης από την παλιά Μαΐστρο. Δεν τον γνώρισα, πέθανε από πούντα (κρυολόγημα) όταν ήμουν 7 μηνών.  Δεν   είχε τότε το χωριό γιατρό. Ο κόσμος όταν αρρώσταινε πήγαινε στη Χρυσούπολη. Τον πήρε ο Μπουσδρούκης με το αλογόκαρο και τον πήγε στη Χρυσούπολη στο στρατιωτικό γιατρό τον Μανωλόπουλο (αργότερα έγινε βουλευτής στο γέρο τον Γ. Παπανδρέου). Όταν έφτασε είχε "τελειώσει".  
Μάνα μου η Σμυρούδα Σιώπη του γένους Γεωργακέλου. Γεννήθηκε και αυτή στη Μαΐστρο της Ανατολικής Θράκης.  Ζητιάνευαν για να ζήσουν εκεί.  Οι Τούρκοι τους είχαν πάρει τα πάντα. Ζητούσαν ένα κομμάτι ψωμί για να ζήσουν. Έφυγαν το 1922 στην Αλεξανδρούπολη. Στη Μαΐστρο είχαν σπίτι του εποικισμού, τους το είχε φτιάξει το κράτος.
Ο κάμπος στη Μαΐστρο της Αλεξανδρούπολης  ήταν πιο φτωχός από τον κάμπου του Νέστου.  Τα εδάφη εδώ ήταν πιο εύφορα και πιο πλούσια.  Έτσι αποφάσισαν και ήρθαν εδώ.  Όταν έσπειραν κολοκύθια, ήταν τεράστια σε σχέση με αυτά στη Μαΐστρο και συμπέραναν ότι ο κάμπος εδώ ήταν καλύτερος. Έτσι αρκετοί μετακινήθηκαν  στο Καράμπεη. Είχαν γνωστούς εδώ. Ο αδερφός μου ο μεγάλος γεννήθηκε στη Μαΐστρο, το 1926 ήρθε εδώ βυζαχτάρι. Ο Μπουσδρούκης, ο Καμίλης, ο Χαραλάμπους, ο Ζιγνέλης ήταν Μαϊστρινοί  που ήρθαν εδώ στο παλιό χωριό. Ο πατέρας μου ήταν 7 αδέρφια και μόνο 3 ήρθαν εδώ.
Η μητέρα μου πέθανε 95 χρονών. Οι γονείς μου ήταν αγρότες και είχαν και ζώα. Όλος ο κόσμος είχε ζώα, αυτά τους ζούσαν.  
Οι Μαϊστρινοί  ήμασταν όλοι μαζί στον κάτω μαχαλά προς το Χαϊδευτό και το Μοναστηράκι.
Στην άκρη του χωριού μπροστά στο φράχτη με τα πλοκάδια ήταν ο στάβλος του Γκαρέλη με τους μπουγάδες.
Σχολείο πήγα το 1938. Πρόφτασα να πάω ένα μήνα μέχρι την Τρίτη τάξη γιατί ξέσπασε ο πόλεμος κι έκλεισαν τα σχολεία.  Από δασκάλους θυμάμαι τον Καφέ και τον Ξηροτύρη. Έπεφτε πολύ ξύλο, χτυπούσαν πάρα πολύ στα χέρια με τα κλειδιά της πόρτας.  Στη Β΄ τάξη είχαμε τον Αριστείδη Γανίτη. Αυτός μας έδερνε με μια βέργα από κρανιά. Μας έπιασε κάποτε να παίζουμε με τις δεκάρες... Όταν βλέπαμε δάσκαλο εξαφανιζόμασταν.
Όταν μετά τη βουλγαρική κατοχή άνοιξαν τα σχολεία δεν ξαναπήγα, γι' αυτό δεν έμαθα γράμματα. Ήμουν μεγάλος κι έπεσα στα χωράφια και τα ζώα μέρα νύχτα. (πολλά ζώα, γελάδια, πρόβατα, γουρούνια, κότες).
Βουλγαρική κατοχή
Την περίοδο της  κατοχής με διαταγή των Βουλγάρων, μετά τη δύση του ηλίου τα παράθυρα ήταν κλειστά και δεν έπρεπε να κυκλοφορεί και να βγαίνει κανείς έξω. Πεινάσαμε πολύ, κυρίως την πρώτη χρονιά.  Το 1944 την Μεγάλη Παρασκευή μάζεψαν όλο το χωριό στην πλατεία, είχαν στημένα  δύο πολυβόλα, είπαμε πως ήταν τα τελευταία μας... Η μάνα μας μάς  είχε πιασμένους από το χέρι και τα τρία αδέρφια.  Τσουπ! ήρθε ένα άλογο με δύο καβαλάρηδες και μετά μια μοτοσυκλέτα, διπλή με καλάθι. Ανέβηκαν στην Κοινότητα, τι είπαν , τι δεν είπαν... αφού κουβέντιασαν, επέστρεψαν και έδωσαν διαταγή  να επιστρέψουμε στα σπίτια μας.
Πλημμύρες
Το νερό έτρωγε το χώμα από κάτω, το έσκαβε και το σπίτι χάνονταν μέσα στα νερά. Το δικό μας σπίτι γλίτωσε, όπως και τα ζώα μας. Ήρθαμε στον νέο οικισμό λόγω του φόβου των πλημμυρών και των ανταρτών. Ήρθαμε σε καλύτερη τοποθεσία το 1947. Στην αρχή μέναμε σε κάτι παράγκες. Αργότερα στο οικόπεδο που μας έδωσαν κάναμε μια καλύβα με πλοκάδια. Κάναμε από τους πρώτους αίτηση για σπίτι του εποικισμού. Ήμασταν και θύματα πολέμου. Μας έδωσαν σπίτι, το οποίο αργότερα χαλάσαμε και κάναμε καινούργιο.
Το '47 πήγα για λίγο καιρό στο σχολείο με τα πλακάδια, αλλά γρήγορα τα παράτησα.

Νέα Καρυά  29-4-2014

Σιώπης Αναστάσιος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου